Βρισκόμαστε
στη Ζάμπια, άλλοτε Βόρεια Ροδεσία, το 1969, λίγα χρόνια μετά την ανεξαρτησία της χώρας από τους
Βρετανούς. Κύρια πλουτοπαραγωγική πηγή της Ζάμπια είναι τα ορυχεία χαλκού τα
οποία ανήκουν στη British South Africa Company (BSA)και η οποία
αποτελούσε μια ιδιότυπη μορφή αποικιοκρατικής εξουσίας σε ολόκληρη την ΝΑ
Αφρική, από τα τέλη του 19ου αιώνα.
Το
1964, όταν η Ζάμπια έγινε ανεξάρτητο κράτος, κατοικούσαν στη χώρα περίπου 500
Έλληνες, κυρίως επιχειρηματίες και έμποροι. Ένας εξ αυτών ήταν ο Ανδρέας
Σαρδάνης, ο οποίος γεννήθηκε στην Κύπρο και το 1950 έφτασε στη Βόρεια Ροδεσία.
Στα
τέλη της δεκαετίας του 1960 συντάχθηκε με την προσπάθεια των ντόπιων για ανεξαρτησία και το 1965 διορίστηκε γενικός
γραμματέας του νεοσυσταθέντος υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Ορυχείων (Industrial Development Corporation -Indeco). Κατέχοντας αυτή τη θέση, ηγήθηκε της προσπάθειας της Ζάμπια
να επανακτήσει την πλειοψηφία των μετοχών από τα ορυχεία χαλκού, αφού η βρετανική
κυβέρνηση ήταν κάθετη στην δωρεάν παραχώρησή τους, αν και πλέον δεν ήταν αυτή
που διοικούσε τη Ζάμπια.
Μια
προσπάθεια επίπονη που είχε απέναντι της την άλλοτε βρετανική
αυτοκρατορία και τα συμφέροντα της BSA, οι οποίες προσπαθούσαν με
κάθε τρόπο να διατηρούσαν τα κεκτημένα. Αν και η χώρα ήταν ανεξάρτητη, οι
Βρετανοί δεν ήθελαν με κανένα τρόπο να δεχτούν την παράδοση της διοίκησης των
ορυχείων, τα οποία είχαν καταληφθεί την εποχή που ο Cecil Rhodes και η εταιρεία του (BSA) μετέτρεπαν τη ΝΑ Αφρική σε προσωπικές κτήσεις. Με την
συνεχή προσπάθεια του προέδρου της χώρας και του Σαρδάνη, η Ζάμπια απέκτησε το
51% των μετοχών των ορυχείων έναντι £2,000,000 αντί των £35,000,000 που
ζητούσαν οι Βρετανοί.
Το 1970 ο Α. Σαρδάνης διορίστηκε και πρόεδρος
της «Mining Development Corporation», αναλαμβάνοντας την ευθύνη για την ανάπτυξη του τομέα
εξόρυξης χαλκού.