απόσπασμα από το βιβλίο ‘Η ελληνική παροικία της Τυνησίας (16ος-21ος αι.)’
Στα μέσα του 19ου αιώνα, στην αυλή των Μπέηδων
της Τυνησίας βρέθηκαν εξισλαμισμένοι Έλληνες, κυρίως Χιώτες, που σταδιακά
αναρριχήθηκαν σε υψηλόβαθμες θέσεις του πολιτικού μηχανισμού και βοήθησαν
σημαντικά την ελληνική παροικία. Ο πιο γνωστός από όλους ήταν ο Γιώργος
Στραβελάκης.
Το
1822, ο τουρκικός στρατός έφτασε στη Χίο. Όσοι γλίτωσαν τη σφαγή πουλήθηκαν ως
δούλοι. Μεταξύ εκείνων που αιχμαλωτίστηκαν ήταν η Ειρήνη Στραβελάκη και οι δύο
γιοί της, ο Γιάννης που ήταν 14 ετών και ο Γιώργος 5 ετών[1].
Τα
παιδιά και η μητέρα τους οδηγήθηκαν αρχικά στη Σμύρνη. Τα δύο όμως αδέλφια
πωλήθηκαν στην Κωνσταντινούπολη και αργότερα εστάλθηκαν στον Hussein Bey
της Τυνησίας ως δώρο.
Ο μπέης Hussein εισήγαγε το νεαρό μαμελούκο
Γεώργιο Στραβελάκη, ο οποίος έλαβε το μουσουλμανικό όνομα Mustapha, στον κύκλο του ανιψιού του
Ahmed, ενώ ο αδελφός του
Γιάννης ονομάστηκε Ahmed.
O τελευταίος θα προαχθεί
σε αξιωματικό του ιππικού και θα πεθάνει πρόωρα στην επιδημία πανώλης το 1849,
όταν είχε σταλεί στο δυτικό τμήμα της χώρας προκειμένου να αποτρέψει το λαό να
έρθει μέσα στην πόλη της Τύνιδας και να επεκταθεί με αυτόν τον τρόπο η επιδημία[2].
Μολονότι ο Γεώργιος Στραβελάκης
διατήρησε τις μνήμες της ελληνικής του προέλευσής του, ασπάσθηκε το Ισλάμ, ενώ
ξέχασε εντελώς τη μητρική του γλώσσα. Εξαρχής, ο μπέης Ahmad τον επέλεξε να
είναι ο προσωπικός γραμματέας και σύμβουλός του και τον προήγαγε στη συνέχεια
σε θησαυροφύλακα των κρατικών οικονομικών (khaznadar). Το 1837, σε ηλικία 20 ετών
πέτυχε να ανέλθει στην υψηλότερη βαθμίδα του κράτους, όπου παρέμενε για τα
επόμενα 36 έτη. Επιδεικνύοντας ευφυΐα και προσαρμοστικότητα κατάφερε να
υπερκεράσει σε ισχύ ακόμη και τους ίδιους τους μπέηδες.
Στον τομέα των εξωτερικών θεμάτων μπορεί να
διαπιστωθεί ότι γενικά ακολούθησε μια αμφιταλαντευόμενη πολιτική, η οποία
ισορροπούσε μεταξύ των προξένων της Γαλλίας και της Μεγάλης Βρετανίας και που
δικαιολογείται από την προσπάθειά του να διατηρήσει την ανεξαρτησία της χώρας
του. Στο εσωτερικό μέτωπο, ο Khaznadar
ήταν υπεύθυνος για τη χορήγηση του πρώτου τυνησιακού συντάγματος ενώ το μελανό
σημείο της πορείας του, το οποίο και τον οδήγησε τελικά στην αποπομπή, ήταν το
γεγονός της οικονομικής κακοδιαχείρισης στοιχείο που οδήγησε, σύμφωνα με τους
επικριτές του, στη χρεοκοπία της χώρας.
Ο Khaznadar, καθόλη τη διάρκεια της
πορείας του στα πολιτικά δρώμενα της χώρας, διατήρησε τις σχέσεις του με την με
την οικογένειά του στην Ελλάδα. Πολύ σημαντική, επίσης, ήταν η προσφορά του Mustapha Khaznadar στην ελληνική κοινότητα
της Τύνιδας. Το 1864 δώρισε μια έκταση 9905 τ.μ στην περιοχή που βρίσκεται
σήμερα ο ναός του Αγ. Γεωργίου, προκειμένου να
επεκταθεί το ελληνικό νεκροταφείο. Η κίνηση αυτή του Khaznadar αποτέλεσε σημείο
αναφοράς στην ιστορία της ελληνικής κοινότητας όχι μόνο γιατί δόθηκε στην
κοινότητα ένας εκτεταμένος χώρος για να χρησιμοποιηθεί ως κοιμητήριο, αλλά
κυρίως γιατί στη συγκεκριμένη έκταση θα οικοδομηθεί αργότερα ο μεγαλοπρεπής
ναός του Αγίου Γεωργίου καθώς και διάφορα ακίνητα που μέχρι σήμερα αποτελούν
πολύτιμη πηγή εσόδων για την κοινότητα.
Ως ελάχιστη αναγνώριση στην προσφορά του Khaznadar προς τους ομοεθνείς
Έλληνες, η ελληνική κοινότητα αποφάσισε να τοποθετήσει τιμητική επιγραφή εντός
του πνευματικού κέντρου, πλησίον του ναού του Αγίου Γεωργίου.